Πέντε στάσεις
Νουβέλα | Εκδόσεις Μεταίχμιο | 2020
Η Τασούλα είχε όλους τους δρόμους ανοιχτούς μπροστά της, αλλά τους έκοψε ο Θεόφιλος με τον έρωτά του. Κι όμως, εκείνη βρήκε παράδρομους: σπούδασε, δούλεψε, μεγάλωσε δύο υπέροχα παιδιά. Στην ουσία, μόνη της. Ο Θεόφιλος πάντα απών στα σημαντικά και πάντα απάνθρωπος απέναντι σε όλους. Άραγε να έφταιγε γι’ αυτό το τρομερό μυστικό του;
Η Τασούλα πέρασε των παθών της τον τάραχο, μα κρατήθηκε όρθια. Προχώρησε με κουράγιο, πείσμα, αλλά και με τη διαρκή έγνοια για το «τι θα πει ο κόσμος». Κι ενώ θα μπορούσε να έχει μια καλύτερη ζωή, τη στερήθηκε.
Ο Μάκης Τσίτας μάς χαρίζει τον μονόλογο μιας γυναίκας απ’ την επαρχία, που έζησε τριάντα χρόνια στη Θεσσαλονίκη κινούμενη με ασφάλεια στη διαδρομή των πέντε στάσεων του λεωφορείου, από το σπίτι στη δουλειά και πάλι πίσω.
Μια ιστορία δοσμένη με συμπόνια και αγάπη, για τις αμέτρητες γυναίκες που έζησαν και ζουν με γνώμονα την ιερή αίσθηση του καθήκοντος, πληρώνοντας συνειδητά το όποιο τίμημα.
Κριτικές
«Ένα είδος -έντεχνης- πρωτοπρόσωπης ξανά γραφής μιας λαϊκής αυτοβιογραφίας, με έμφαση στο ψυχολογικό πορτρέτο της ταπεινής ηρωίδας τώρα, από τα ίδια κοινωνικά στρώματα βγαλμένης, με εναρμονισμένες, κατά τη φυσική ροή του λόγου, εναλλαγές του αφηγηματικού και του εξομολογητικού στοιχείου. ... Ο συγγραφέας σκηνοθετεί ευρηματικά, κανοναρχεί τα πολυφωνικά αισθητικά-οπτικά και ακουστικά- επίπεδα, όπως ο ευαίσθητος, στην αθέατη, από το κοινό βλέμμα, λεπτομέρεια, κινηματογραφικός φακός, που μεγεθύνει το μικρό ποιητικά, απαλά, προβάλλοντας το "όλον" του τραγικού. Και πάντοτε μέσα στα όρια του καθημερινά ανθρώπινου, του αφτιασίδωτου, με την ομορφιά και την ασχήμια του αλληλοδιεισδύουσες στις ταπεινές, καθημερινές εικόνες ζωής. "Όσο πιο κοντά έρχεται η έκφραση στη σκέψη, όσο πιο κοντά η γλώσσα συμπίπτει και συγχωνεύεται μαζί της, τόσο πιο λεπτό είναι το αποτέλεσμα", θα γράψει ο Μπαλζάκ. Η "ηθοποιός" γραφή του Μάκη Τσίτα το έχει πραγματώσει. Πώς; Ο λόγος της τέχνης του είναι και αξεδιάλυτα λόγος της ζωής!»
Βιβή Κοψιδά-Βρεττού, ΣτίγμαΛόγου, 23/07/2024
«Το βιβλίο διαθέτει ένα ιδιαίτερο στοιχείο. Ένας άντρας συγγραφέας αποδίδει τον κεντρικό ρόλο του ήρωα σε γυναικείο πρόσωπο. Προφανώς ο Τσίτας δεν είναι ο πρώτος που κάνει κάτι τέτοιο. Η ιδιαιτερότητα, ωστόσο, έγκειται στον τρόπο που χειρίζεται τη “γυναικεία φωνή”. Αν ο αναγνώστης δε γνώριζε το φύλο του συγγραφέα, εύλογα θα μπορούσε να υποθέσει ότι είναι γυναίκα, καθώς ο Τσίτας ανατέμνει με τέτοια ακρίβεια, γνώση και παρατηρητικότητα την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας, που μόνο μια γυναίκα θα μπορούσε να το κάνει με τέτοια οικειότητα και τόση επιτυχία».
Κατερίνας Ζαμαρία, περ. Οροπέδιο, Χειμώνας 2023-2024
«Ένας εξέχων αφηγηματικός (μονό)λογος που αγγίζει την ενεστώσα σκληρή πραγματικότητα του θύτη και του θύματος, τις ανταγωνιστικές σχέσεις των φύλων· των προτύπων ιδιαίτερα, που, μέσα από μία άκρως δραματική αφήγηση, κάνουν τον μύθο καθολικό, πλήρως αναγνωρίσιμο.
Οι “Πέντε Στάσεις” είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα έργο υψηλής ευαισθησίας που διακρίνεται για την λιτή αφηγηματική του ευθυβολία, την εσωτερική του ευαισθησία, την σκηνική του οικονομία».
Δημήτρης Μάνος, fractalart.gr, 27/07/22
«Ο Τσίτας εμβαθύνει και αυτή τη φορά με επιτυχία στον ψυχισμό των ηρώων του και περιγράφει τις ζωές τους με μεγάλη δεξιοτεχνία».
Φίλιππος Φιλίππου, περ. δε|κατά, Άνοιξη 2022
«Οι "Πέντε Στάσεις" αποτελούν μια ατομική ψυχογραφία και μαζί μια κοινωνική ακτινογραφία έξοχης παραστατικής ακρίβειας και καθαρότητας. Τοπίο ένδον και εκτός, ιδωμένο μέσα από ένα πρίσμα ελκυστικά ιδιότυπο, ένα είδος φίλτρου που εντείνει τις φωτοσκιάσεις και τα περιγράμματα, αποκαλύπτοντας τις πτυχές και σαφηνίζοντας τα σχήματά του. Το ανάγλυφο της ανθρώπινης τραγικωμωδίας προβάλλει γνώριμο όσο και πρωτόγνωρο, με όλη τη συναρπαστική δυσαρμονία και την οδυνηρή του ομορφιά».
Μάριον Χωρεάνθη, vakxikon.gr, 20/12/21
«Είναι πολύ σημαντικό να γράφονται τέτοια βιβλία που, εκτός από τη συναρπαστική ροή και την αφηγηματική τους απόλαυση, προσφέρουν στον αναγνώστη πνευματική ανάταση και συναισθηματική φόρτιση.
Η τέχνη της αφαίρεσης των περιττών από ένα κείμενο είναι ταλέντο, ικανότητα που προσδίδει ποιότητα και στιβαρότητα στον γραπτό λόγο. Αυτή την τέχνη φαίνεται ότι την κατέχει ο Τσίτας, γιατί δε φλυαρεί, δεν πλατειάζει, μένει σταθερά στην ουσία. Ο λόγος του είναι δωρικός και μεστός, με πλούσια στοιχεία προφορικότητας».
Νίκη Σαλπαδήμου, literature.gr, 16/09/21
«Εντυπωσιακή στη δωρικότητά της νουβέλα… Στέρεοι χαρακτήρες, κωμικά στοιχεία, έντονη συγκίνηση, ένας μονόλογος τόσο βαθύς και εσωτερικός,
που μέσα από τη διάφανη ψυχή της Τασούλας μπορεί κανείς να δει ένα δικό του κομμάτι».
Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, εφ. Ελεύθερος Τύπος, 10/07/21
«Συμπερασματικά θα έλεγα ότι οι Πέντε στάσεις επιβεβαιώνουν ακόμα μια φορά τις σπάνιες λογοτεχνικές ικανότητες του Μάκη Τσίτα, το ταλέντο του να διεισδύει στην ψυχή των ηρώων και των ηρωίδων του και να καταγράφει το πολυσύνθετο πλέγμα των προσωπικών και διαπροσωπικών σχέσεων, όπως το διαμορφώνουν οι κοινωνικές συνθήκες και ο ψυχισμός του κάθε ατόμου. Ο συγγραφέας παρουσιάζει έξοχα τον αγώνα της ηρωίδας να αλλάξει τη μοίρα της, υποδηλώνοντας έμμεσα τη σημασία της κοινωνικής κινητικότητας, άπιαστο όνειρο για πολλούς…
Ο Μάκης Τσίτας διαπρέπει τόσο στη μυθοπλασία όσο και στην τέχνη και την τεχνική του Λόγου».
Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, περ. Χάρτης, Μάιος 2021
«Η Τασούλα είναι σαφώς μια γυναίκα θύμα, αλλά και ένας άνθρωπος με τεράστια αποθέματα αγάπης. Ο αναγνώστης, φτάνοντας στο τέλος του βιβλίου, δεν γίνεται να μη θαυμάσει το μεγαλείο της ψυχής της. Οι δυσκολίες, τα προβλήματα που αντιμετώπισε, δεν καταφέραν ούτε στο ελάχιστο να αλλοιώσουν τον ψυχισμό της, να σκληρύνουν την καρδιά της.
Ένα βιβλίο που διαβάζεται με μια ανάσα. Λόγος λιτός, απλός, μα και τόσο αληθινός».
Αγγελίνα Παπαθανασίου, thematofylakes.gr, 31/05/21
«Η Τασούλα δεν εκπροσωπεί ένα παρανοϊκό τραγέλαφο. Εκφράζει μόνο την ισοπεδωμένη καρδιά μιας γυναίκας
που σπατάλησε αλόγιστα τον βίο της, χωρίς ευτυχώς και να τον αναλώσει εξ ολοκλήρου.»
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, εφ. Το Βήμα, 10/1/2021
«Στο νέο του συγγραφικό πόνημα ο συγγραφέας επιδίδεται σε αυτό που ξέρει να κάνει θαυμάσια. Πλάθει μια συγκλονιστική ηρωίδα, που ακούει στο όνομα Τασούλα.
Οι Πέντε στάσεις είναι η εξιστόρηση μιας πολύ δυνατής ανθρώπινης ιστορίας, με έναν σπουδαίο και ανθρώπινο τρόπο. Ο Τσίτας καταφέρνει να αγκαλιάσει την ηρωίδα του και να της δώσει μέσα από τον μονόλογο τον πρώτο λόγο».
Σιδέρης Ντιούδης, εφ. Ελεύθερος Τύπος, 15/02/21
«Στο Μάρτυς μου ο Θεός είχαμε τον Χρυσοβαλάντη που μας έφερνε μπροστά στον καθρέφτη μας που δεν θέλαμε να αντικρίζουμε. Στις Πέντε στάσεις» έχουμε την Τασούλα που μας κάνει να θέλουμε να σπάσουμε αυτόν τον καθρέφτη σε χιλιάδες κομμάτια. Το κάνουμε όμως;
[…] Εν ολίγοις, ένα εξαιρετικό βιβλίο που μας θέτει προ των ευθυνών μας, αν κάτσουμε και τις σκεφθούμε…»
Θανάσης Λιακόπουλος, ηλ. περ. Χάρτης, Ιανουάριος 2021
«Όμως για μένα το επίτευγμα του δόκιμου νέου πεζογράφου μας Μ.Τ. είναι η αμεσότητα που κατάφερε να δώσει στο σύντομο χαμηλόφωνο αφήγημά του, όσον αφορά το επίπεδο της έκφρασης. Διαβάζουμε μια εξομολογητική πρωτοπρόσωπη αφήγηση με λόγο ευθύβολο και εμπράγματο, που έχει ενσωματώσει και τους διαλόγους που διαμείβονται μεταξύ των προσώπων, με λιτότητα κι εκφραστικότητα.
Μορφή και περιεχόμενο έδεσαν τόσο ταιριαστά, ώστε η νουβέλα να μας παραπέμπει σε ανάλογα κλασικά κείμενα της λίγο παλαιότερης ή και της σύγχρονης γραμματείας μας, που διακρίθηκαν για τη γλωσσική τους οικονομία».
Τάσος Καλούτσας, frear.gr, 15/11/20
«Είναι μια χειμαρρώδης νουβέλα, μια αβίαστη εξομολόγηση, μια ιστορία που σε κάνει να θυμώνεις, να απορείς, να αναρωτιέσαι, να συμπονάς την κεντρική ηρωίδα, να αμφισβητείς τα στερεότυπα της κοινωνίας.
Εκτός από το σπουδαίο θέμα του, τους καλά σκιαγραφημένους ήρωες και την εύστοχη κοινωνική αποτύπωση, οι “Πέντε στάσεις” έχουν ενδιαφέρον και για το ύφος τους: ο Μάκης Τσίτας έχει αποτινάξει από το κείμενο όλα τα περιττά στολίδια και έχει κρατήσει τα απολύτως απαραίτητα, ενισχύοντας έτσι τη δύναμη του μονολόγου».
Χρυσάνθη Ιακώβου, fractalart, 10/11/20
«O Μάκης Τσίτας μας καθηλώνει με έναν λόγο έντονα προφορικό, λιτό, καταιγιστικό και αφοπλιστικά εξομολογητικό.
[…] Μας αφυπνίζει για την επίδραση του νοσηρού οικογενειακού ψυχολογικού κλίματος στις ζωές των μελών της, των παιδιών κυρίως. Η νουβέλα αναμοχλεύει ερωτήματα για την αναγκαιότητα σεβασμού και αυτοσεβασμού, ελευθερίας, αυτοδιαχείρισης του ατόμου, ευθύνης απέναντι στους “Σημαντικούς άλλους”, αλλά και απέναντι στον εαυτό, προσωπικής ευθύνης για νόημα και αυτοπραγμάτωση».
Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, frear.gr, 06/11/20
«Ο Μάκης Τσίτας μας χαρίζει με τις “Πέντε στάσεις” του έναν από τους δυνατότερους μονολόγους της νεοελληνικής πεζογραφίας.
Πρόκειται για την προσωπική κατάθεση ψυχής μιας πραγματικά δυνατής, όπως αποδείχτηκε, γυναίκας, η οποία έπεσε θύμα των λανθασμένων επιλογών της. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο αναγνώστης θα καθηλωθεί από το δράμα της Τασούλας και θα διαβάσει τη νουβέλα αυτή απνευστί».
Λεύκη Σαραντινού, tetragwno.gr, 03/11/20
«Οι “Πέντε στάσεις” του Μάκη Τσίτα είναι μία άρτια δομημένη νουβέλα που η ρεαλιστική και ταυτόχρονα ανθρώπινη πλοκή της —αυτό είναι το βλέμμα του συγγραφέα πάνω στην κοινωνία— θα κατακτήσουν τον αναγνώστη. Ανθρωπιά και ρεαλισμός: ιδού ο τέλειος συνδυασμός. Και η σωστή αναλογία τους κατά την αφήγηση είναι συγγραφική τέχνη! Σας το συστήνω ανεπιφύλακτα».
Τούλα Ρεπαπή, amagi.gr, 02/11/20
«Με ένα εξαιρετικά δωρικό ύφος, ο Μάκης Τσίτας περικλείει στις 75 σελίδες αυτού του βιβλίου την παθογένεια της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας».
Θάνος Εζίρογλου, frapress.gr, 12/10/20
«Ο Μάκης Τσίτας καλλιεργεί συστηματικά την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, έναν μαστορικό εξομολογητικό, προφορικό λόγο, που δανείζεται πολλά στην εκφορά του από τη θεατρική γραφή. Φανταζόμαστε ήδη την Τασούλα σε μια σκηνή να μονολογεί αφηγούμενη στους θεατές τη ζωή της.
Ο Τσίτας ρίχνει τον φακό στην ελληνική κοινωνία και φωτίζει τις επιταγές που στραγγαλίζουν το άτομο, ειδικότερα στην επαρχία, με τις γυναίκες να είναι πάντοτε τα πιο πρόσφορα θύματα»
Λαμπρινή Κουζέλη, εφ. Το Βήμα, 11/10/20
«Το βιβλίο είναι ένας συγκλονιστικός μονόλογος που ανυπομονώ να δω στο θέατρο. Είναι ένα βιβλίο μικρό σε έκταση αλλά με μεγάλη λογοτεχνική αξία».
Κωνσταντίνος Ιωακειμίδης, methismenesistories,blogspot.com, 14/09/20
«Λιγόλογος, ακριβής, ικανός, δημιουργεί με τη ζεστή γραφή του λογοτεχνικά αφηγήματα έξυπνα στη σύλληψη, θαυμάσια στη δομή, πολύ ενδιαφέροντα στην πλοκή και αμείλικτα στο βάθος τους.
Όσα περιγράφει ο Μάκης Τσίτας συμβαίνουν. Σε οικείους, σε γνώριμους, σ’ εμάς. Είναι μικρά ή μεγάλα δολώματα για να μας φέρουν μπροστά στον καθρέφτη. Εκεί θα δούμε, όσοι από εμάς έχουν τη δύναμη να δουν, τη ματαιότητα του ειδώλου, τον τρόπο να οριστεί/πλαστεί το πεπρωμένο των ανθρώπων και την ευθύνη που έχει κάθε άνθρωπος σε αυτό το πλάσιμο».
Γιάννης Πλαχούρης, fractalart.gr, 08/09/20
«Ένας σπαρακτικός μονόλογος για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την απώλεια των ονείρων και την ατολμία των ρηξικέλευθων αλλαγών εξαιτίας των έμφυλων διακρίσεων που υφίσταται μια γυναίκα.
Ένα βιβλίο ουσιαστικής αναμέτρησης με τις αποφάσεις ζωής μιας γυναίκας, γραμμένο με αφοπλιστική ειλικρίνεια και αφηγηματική ευρηματικότητα».
Τέσυ Μπάιλα, Η Καθημερινή της Κυριακής, 15/08/20
«Ο Τσίτας είναι ικανότατος να κατασκευάζει χαρακτήρες που ζωντανεύουν μπροστά στον αναγνώστη, γίνονται ολόγλυφα πρόσωπα και μπορούν να πείσουν για τη νοοτροπία και τον τρόπο ζωής τους».
Η νουβέλα του προστίθεται στα πολλά κείμενα, που αυξάνονται μάλιστα ακόμα περισσότερο, τα οποία προβαίνουν στην αναθεώρηση όσων πιστεύουμε για την οικογένεια. Αυτό γίνεται με έναν ζωντανό μονόλογο, μια γνήσια απόδοση ενός ολόγλυφου κεντρικού χαρακτήρα, μια πλήρη επαγωγικώ τω τρόπω εποπτεία της καθημερινής γυναίκας-συζύγου και μητέρας.
Γιώργος Περαντωνάκης, Εφημερίδα των Συντακτών, 01/08/20
«Μεστές και άριστες περιγραφές. Επεξεργασμένες με την προσοχή και τη δεινότητα που απαιτεί η άρτια λογοτεχνική απόδοση. Γραφή έντεχνη, με συνεχή δράση, ανατροπές και κορυφώσεις. Πότε με γλαφυρότητα και πότε με ρεαλισμό παρασύρει τον αναγνώστη στις αναζητήσεις των ηρώων, τους στόχους, τις αδυναμίες και τους φόβους τους, φέρνοντας τον αρκούντως κοντά στο συγγραφικό πάθος και τη φαντασία του συγγραφέα».
Δημήτρης Βαρβαρήγος, staxtes.com, 30/07/20
«Ένα βιβλίο για όσους κρατούν ψηλά τη σημαία της αξιοπρέπειας. Για όσους ξέρουν τι σημαίνει καθήκον, ενώ όλα γύρω τους μετατρέπονται σε ερείπια».
Νίκος Κουρμουλής, Τα Νέα, 25-26/07/20
«Η αμεσότητα της αφήγησης καθηλώνει».
Διονύσης Μαρίνος, Andro.gr, 19/07/20
«Με γρήγορο ρυθμό και με την αμεσότητα του πλούσιου λόγου του, ο Μάκης Τσίτας, δημιουργεί τους ήρωες του βιβλίου του. Περιγράφει τα γεγονότα με τέτοια ζωντάνια, ώστε γίνονται βιώματα για τον αναγνώστη του. Τον κάνει κοινωνό της αλήθειας των ηρώων του και τον φέρνει αντιμέτωπο με την ευθύνη των πράξεών τους, τοποθετώντας τον στη δύσκολη και άλλοτε στην εύκολη θέση του κριτή. Δημιουργεί ανατροπές και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη».
Μαρία Κοτοπούλη, Περί Ου, 18/07/20
«Μια γυναίκα σαν την ηρωίδα του Τσίτα δεν θα συγκινούσε θεματικά πολλούς συγγραφείς. Κι όμως εδώ αναδεικνύεται σε τραγική φιγούρα με τη δυναμική που η τραγωδία προσδίδει στους δικούς της ήρωες. Κι αν δεν βλέπουμε και το φονικό, που ίσως περιμέναμε ως δικαιολογημένη αντίδραση της ηρωίδας, είναι γιατί η συγγραφική επιλογή ήταν εδώ να φανεί η πιο υποδόρια διάθεση να συντελεστεί μια ρήξη πιο αργή και ίσως πιο αφανής σε πρώτο επίπεδο. Ίσως γι' αυτό και πιο σημαντική, πιο αληθινή, πιο αποτελεσματική εν τέλει, καθώς οδηγεί μέσα από δύσκολο δρόμο σε μια παραδόξως υπαρκτή συνθήκη απελευθέρωσης».
Διώνη Δημητριάδου, culturebook.gr, 18/07/20
«Έργο ρεαλιστικό, με λόγο που ρέει, με ζωντάνια και αλήθεια, που, πέρα από την απόλαυση της αφήγησης που χαρίζει, εγείρει και μια πληθώρα κοινωνικών και ψυχολογικών προβληματισμών».
Ασημίνα Ξηρογιάννη, fractalart.gr, 14/07/20
«Είναι ένα αριστουργηματικό δημιούργημα… Ο Τσίτας δεν γράφει για να αυτοανακηρυχθεί σε ογκόλιθο, το αντίθετο διακριτικά και με λεπτότητα, με επιμονή στο μικρό και όμορφο (ακόμη και τα βιβλία του για παιδιά αποτελούν σχεδόν ποιητικού τρόπου εκφραστικές περιγραφές) πετυχαίνει να αποδίδει αναγνωστική ηδονή και ψυχαγωγία, τέτοια που μόνο η λογοτεχνία μπορεί να εμπεριέχει».
Χρίστος Παπαγεωργίου, propaganda.gr, 14/07/20
«Ο Μάκης Τσίτας, ο πολυγραφότατος δημιουργός, πλάθει μία θαυμάσια ιστορία, την οποία μάλιστα αφηγείται μέσα από την Τασούλα, σε πρώτο πρόσωπο… Η Τασούλα, για όση ώρα διαβάζουμε, μπαίνει στο σπίτι μας και κάθεται στον καναπέ, τακτοποιώντας τη φούστα της κάτω από το γόνατο και πίνοντας το ζεστό καφέ της, κοιτώντας μας στα μάτια. Ξεκινά να αφηγείται. Σταματά ανά μικρά διαστήματα, όταν διαισθάνεται ότι πάμε να κλάψουμε. Προτείνει το χέρι της. Μας ρωτά αν είμαστε εντάξει. Σκουπίζουμε τα μάτια μας, τα γυαλιά μας και γνέφουμε καταφατικά. Κι εκείνη συνεχίζει να αφηγείται».
Κώστας Κούλης, noizy.gr, 11/07/20
«Εκπλήσσει η ικανότητα του συγγραφέα να παρακολουθεί και να περιγράφει με συναρπαστική πειστικότητα και ενάργεια, κινούμενος πάνω σε μια υποφώσκουσα μουσική κλίμακα που δίνει τον ρυθμό και συντονίζει τη σκέψη σε κάθε ενέργεια της ηρωίδας του, να καταγράφει την ψυχογραφία της κάθε στιγμή της ζωής της λες κι ακούει τους εσωτερικούς κραδασμούς της καρδιάς της σαν ένα σιγανό ψιθύρισμα γλυκόπικρου ρυθμού ή κλάμα. Πόσο καλά γνωρίζει τον ψυχισμό της γυναίκας ένας συγγραφέας ώστε να καταγράφει με θαυμαστή ευχέρεια τις αντιδράσεις της, επιμένοντας σε κάθε λεπτομέρεια, χωρίς να αφήνει κενά, κρατώντας αδιάσπαστη τη συνοχή του κειμένου και την προσοχή του αναγνώστη».
Ελένη Χωρεάνθη, tvxs.gr, 03/07/20
«... θα μπορούσε να απλωθεί σε ένα μυθιστόρημα ποταμό των χιλίων και πλέον σελίδων. Το δυνητικά μείζον αφήγημα συμπυκνώνεται όμως από τον Μάκη Τσίτα, εμφανώς επαρκή χειριστή και της καίριας, της μικρής ποσοτικά μορφής, σε μια λυσιτελή, ιδιαίτερα λειτουργική περίληψη ακραίων παθών. Το αναγνωστικό ενδιαφέρον διατηρείται αμείωτο, όπως θα περίμενε κανείς…
Ο συγγραφέας συνεχίζει να μας πείθει τόσο για την αξία, όσο και για την εμβέλεια του ατομικού του Κανόνα δημιουργικής έκφανσης».
Γιώργος Βέης, Περί Ου, 13/06/20
«Ο λόγος του βιβλίου αν και δωρικός, κοφτός και απογυμνωμένος από περιττές φιοριτούρες και βερμπαλισμούς, είναι ταυτόχρονα πλούσιος από συναισθήματα. […]
Με μεγάλη μαεστρία ο συγγραφέας ακουμπά πάνω στην ψυχή της και την προσεγγίζει με λεπτότητα. Αποτυπώνει πάνω στο χαρτί στερεότυπα, ήθη και έθιμα μία άλλης εποχής, όχι τόσο μακρινής σε εμάς».
Κυριακή Γανίτη, dominicamat.blogspot.com, Μάιος 2020
«Μια τραγική ιστορία δοσμένη με τόσο ρεαλιστικό τρόπο, με λόγο απλό αλλά συνάμα δυνατό, που δείχνει πως ο χαρακτήρας του ανθρώπου χτίζεται και πορεύεται μέσα από τα πιστεύω του καθενός, από αυτά που πήρε από την οικογένειά του και έχει ως ιερό καθήκον να τα τηρήσει, με όποιο τίμημα!»
Ιουλία Ιωάννου, vivlio-life.gr, 26/05/20
«Τα λόγια της Τασούλας αποδεικνύουν πόσο δυνατό πλάσμα είναι η γυναίκα και πόσο αδύναμο ο άντρας που βασίζεται μόνο στη σωματική του ρώμη…
Ο λόγος του Τσίτα διαθέτει αμεσότητα, ζωντάνια και την απλότητα του ανθρώπου που θέλει να τα πει. Ύφος τραχύ, γνώριμο και η πρόζα τόσο γνώριμη, τόσο αποκαλυπτική».
Αλέξανδρος Στεργιόπουλος, toperiodiko.gr, 17/05/20
«Ο Τσίτας με μαεστρία στήνει πόντο πόντο, κλιμακωτά, τον κόσμο της Τασούλας, αλλά όπως τον στήνει, έτσι τον ξεστήνει, για να αποκαλύψει την υποκρισία, τη λεκτική βία, τη χειροδικία, την απαξίωση της συζύγου, των παιδιών, των πεθερικών. […] Η γλώσσα καίρια θα αποτυπώσει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, θα ανασυστήσει την περίσταση και θα αποδώσει τις λεπτές διακυμάνσεις της ψυχής».
Ανθούλα Δανιήλ, εφ. Αυγή της Κυριακής, 10/05/20
«Η νουβέλα του βραβευμένου συγγραφέα Μάκη Τσίτα είναι ένα έργο ρεαλιστικό, βαθύτατα κοινωνικό και εξαιρετικό. Σκιαγραφεί την επιρροή που ασκεί η κοινωνία στον άνθρωπο. Αποκαλύπτει τη γεμάτη συμβάσεις επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, ενώ αναδεικνύει τη σχέση φύλου-κοινωνίας. Δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στο ιδίωμα της ηρωίδας, ο συγγραφέας δημιουργεί έναν λόγο φυσικό, ζωντανό, πειστικό».
Λίλια Τσούβα, frear.gr, 22/04/20
«Ένας μονόλογος που διαβάζεται απνευστί, μια ιστορία ζωής από αυτές που πολλές γυναίκες βιώνουν ή έχουμε ακούσει... Μια μάχη για ζωή, αξιοπρέπεια, θάρρος. Από την υπέροχη πένα του Μάκη Τσίτα!»
Έφη Χρυσού, deBop.gr, 21/04/20
«Με έξοχο ρυθμό, με τη φυσικότητα και την αμεσότητα του μονολόγου που προσδίδει ένα ύφος αφτιασίδωτης εξομολόγησης, ο συγγραφέας επιλέγει τις λέξεις μία-μία λες και γράφει ποίηση… Αυτό που διακρίνω πάντα στα βιβλία του Μάκη Τσίτα είναι μια ιδιαίτερη προσέγγιση στον άνθρωπο και μια σπάνια σοφία, κρυμμένη σε απλές λέξεις».
Γιούλη Τσακάλου, Athens Voice, 17/04/20
«Ο Μάκης Τσίτας, αποδεικνύει και με αυτό το βιβλίο του ότι ξέρει να εισχωρεί στην ψυχή των λαϊκών ηρώων και να την ανοίγει σαν εκατόφυλλο τριαντάφυλλο! Μάς χάρισε μία ηρωίδα που η ζωή της δίνει τροφή για σκέψη. Η γραφή του απλή και ευθύβολη, μιλά σε πρώτο πρόσωπο για μια πορεία ανηφορική, έχοντας εξ’ αρχής πάρει διαζύγιο με τον μελοδραματισμό: δεν χρειάζεται να εκβιάσει το συναίσθημα γιατί είναι διαρκώς στιβαρά παρόν».
Δέσποινα Κατσώχη, akoslife.com, 16/04/20
«Ένα εξαιρετικά καλογραμμένο βιβλίο, που κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα».
Παναγιώτης Κολέλης, literature.gr, 14/04/20
«Η απουσία οιουδήποτε διανοουμενισμού εδώ δεν είναι έλλειψη αλλά χάρισμα. Οι σκέψεις της απλής γυναίκας δεν περιπλέκονται με διανοήματα και ιδεοληψίες. Μπορεί να εφαρμόζει άθελά της ένα νεοχριστιανικό μοντέλο ηθικής και ένα μικροαστικό μοντέλο κοινωνικής αγωγής, όμως αυτό γίνεται ερήμην της, αφού δεν μπαίνει στην ανώφελη διαδικασία να αυτοψυχαναλυθεί κι αφήνει στον αναγνώστη το πλεονέκτημα της έξωθεν κριτικής αποτίμησης μιας αδιέξοδης κατάστασης...».
Κωνσταντίνος Μπούρας, fractalart.gr, 08/04/20
«Συγκινούν οι χαμηλοί τόνοι και συγκλονίζουν οι εντάσεις που δημιουργούν οι λέξεις για τους παράξενους, μυστηριώδεις τρόπους που αγαπιούνται οι άνθρωποι. Ευρηματικό, μη αναμενόμενο το τέλος που προσθέτει ένα συν στη συγγραφική μαεστρία του Τσίτα».
Τζένη Μανάκη, fractalart.gr, 08/04/20
«Ο Μάκης Τσίτας είχε αρκετά δύσκολο έργο να κάνει, αποτυπώνοντας τη γλωσσική έκφραση, μέσα από τον μονόλογο της Τασούλας, όχι μόνο τη δική της, αλλά, σε ένα μεγάλο βαθμό, και του συζύγου της […] Επιπλέον, όπως ήδη προαναφέρθηκε, τα γεγονότα, οι κορυφώσεις, οι σιωπές, είναι με προσοχή επιλεγμένα, ώστε να «ακούγεται» ξεκάθαρα μια ιστορία ζωής και να δίνεται μια εικόνα εποχής. Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο, θεωρώ ότι ο μονόλογος έχει τη δυνατότητα να αποδοθεί και θεατρικά».
Κούλα Αδαλόγλου, culturebook.gr
«Μάκη Τσίτα, σ’ αυτό το βιβλίο σου πέτυχες κάτι πολύ σημαντικό και ασυνήθιστο για άντρα συγγραφέα. Να μιλήσεις με την αυθεντική φωνή μιας γυναίκας και με τη δική της φωνή να κάνεις ότι εκείνη, η ηρωίδα σου, δεν τόλμησε –να απαιτήσει από τον συνάνθρωπό / αναγνώστη της, έστω και ψήγματα οίκτου ή συμπάθειας, ταύτισης ή απόρριψης. Και απλά και μόνο να στείλει μήνυμα στις Τασούλες αυτού του κόσμου, στην πέμπτη και τελευταία στάση της διαδρομής της ζωής τους, να κατεβάσουν τον οδηγό για να πάρουν οι ίδιες τον έλεγχο του λεωφορείου».
Κώστια Κοντολέων, fractalart.gr, 01/04/20
«Επιπλέον, ο Μάκης Τσίτας έχει χτίσει τον χαρακτήρα της Τασούλας εξαιρετικά τόσο σε χρονικό και τοπικό επίπεδο όσο και σε γλωσσολογικό όντας μία γυναίκα προερχόμενη από ένα χωριό της επαρχίας της Β. Ελλάδας που πέρασε τριάντα χρόνια μένοντας στην Θεσσαλονίκη με τα χαρακτηριστικά «με» και «σε» στον λόγο της που δίνουν άλλη αίσθηση στον μονόλογο της».
Χρήστος Ιωάννου, irafina.gr, 26/03/20
«Με έξοχο ρυθμό, με την φυσικότητα και την αμεσότητα του μονολόγου και του πρώτου προσώπου που προσδίδει ένα ύφος αγανακτισμένης εξομολόγησης, δίχως επιτηδεύσεις και περιττές διανθίσεις, δίχως λειάνσεις και στρογγυλέματα, κοινώς δίχως να φορά κάποια μάσκα καθωσπρεπισμού στην ηρωίδα του και τον κόσμο που έζησε, ο συγγραφέας επιλέγει λέξεις -πάλι σαν να το ‘χει κάνει μία μία λες και γράφει ποίηση- και δομή έκφρασης που ταιριάζουν απόλυτα στον παλμό της Τασούλας.
Ο μονόλογος αυτός διαβάζεται απνευστί»
Απόστολος Πάππος, elniplex.com, 26/03/20
«Προσωπικά το βιβλίο μου άρεσε πολύ. […] Το γεγονός ότι ο Τσίτας καταφέρνει να χτίσει τόσο αυθεντικά και ρεαλιστικά την πρωταγωνίστριά του, το ότι δίνει φωνή σε έναν άνθρωπο που δεν συναντάμε συχνά στις σελίδες βιβλίων και το ότι το έργο αυτό μπορεί να ανοίξει συζήτηση για θέματα όπως ο ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια, οι ανθρώπινες σχέσεις κτλ., με έκαναν συνολικά να αισθανθώ ότι ξόδεψα αυτό το απόγευμα ευχάριστα και δημιουργικά και απολαυστικά».
Γιώργος Μπασαγιάννης, vivlioniki.wordpress.com, 17/03/20
«Το έχω και με άλλες ευκαιρίες σημειώσει πως θεωρώ τον Τσίτα ως μια ιδιαίτερη περίπτωση στη λογοτεχνία μας. […] Η τελευταία περιγραφή της σχέσης αυτού του τόσο αρρωστημένου ζεύγους Τασούλας και Θεόφιλου, μας φανερώνει πως από ένα σημείο και μετά το θύμα και ο θύτης ταυτίζονται και ίσως και να ανταλλάσσουν τους ρόλους τους. Αυτό είναι μια επιτυχία του συγγραφικού νυστεριού. Κι άλλωστε -ας το αναγνωρίσουμε- τις περισσότερες φορές ο συγγραφέας προηγείται του ψυχαναλυτή».
Μάνος Κοντολέων, periou.gr, 14/03/20